Εὔθυμοι

Εὔθυμοι
Εὔθυμος
kind
masc nom/voc pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • εὔθυμοι — εὔθῡμοι , εὔθυμος kind masc/fem nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Δανία — Επίσημη ονομασία: Βασίλειο της Δανίας Έκταση: 43.094 τ. χλμ Πληθυσμός: 5.352.815 κάτ. (2002) Πρωτεύουσα: Κοπεγχάγη (499.148 κάτ. το 2001)Κράτος της βόρειας Ευρώπης, στην ιστορική ομάδα των σκανδιναβικών χωρών. Συνορεύει στα Ν με τη Γερμανία, ενώ… …   Dictionary of Greek

  • Καφίρ — (Kaffir). Αρχαίος λαός του Αφγανιστάν. Με την ονομασία αυτή, η οποία στην αραβική γλώσσα σημαίνει τους άπιστους, αποκαλούνταν από τους γειτονικούς μουσουλμανικούς λαούς οι κάτοικοι του Καφιριστάν, της σημερινής αφγανικής περιοχής του Νουρεστάν.… …   Dictionary of Greek

  • Κλιζ, Τζον — (John Cleese, Αγγλία 1939 –). Βρετανός ηθοποιός, σεναριογράφος και παραγωγός. Πραγματοποίησε νομικές σπουδές στο κολέγιο του Κέιμπριτζ, αλλά ποτέ δεν εξάσκησε το δικηγορικό επάγγελμα. Συνάντησε την Κόνι Μπουθ (την οποία παντρεύτηκε αργότερα) και… …   Dictionary of Greek

  • Νιρβάνας, Παύλος — (Μαριανούπολη, Ρωσία 1866 – Αθήνα 1937). Λογοτεχνικό ψευδώνυμο του Πέτρου Αποστολίδη. Νεαρός εγκαταστάθηκε στην Ελλάδα, όπου σπούδασε γιατρός και υπηρέτησε στο ναυτικό· παράλληλα καλλιέργησε από πολύ νωρίς τα γράμματα ως ποιητής, πεζογράφος και… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”